Η Nέα Eλληνική Γλώσσα έχει πλήθος διαλεκτικών ποικιλιών, οι οποίες ομιλούνται εντός και εκτός του ελλαδικού χώρου και σε αρκετές περιπτώσεις διασώζουν δομές και χαρακτηριστικά τα οποία δεν απαντούν στην Κοινή Νεοελληνική. Πολλές διάλεκτοι έχουν δεχθεί έντονη επιρροή από άλλα γλωσσικά συστήματα με τα οποία έχουν έρθει σε επαφή. Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις των επτανησιακών, τα οποία έχουν δεχθεί επίδραση από την Ιταλική, και η περίπτωση της διαλέκτου των Κυδωνιών και Μοσχονησίων, που έχει επηρεασθεί από την Τουρκική. Οι νεοελληνικές διάλεκτοι παρουσιάζουν τάσεις συρρίκνωσης τα τελευταία χρόνια και σε αρκετές περιπτώσεις οι ομιλητές τείνουν να εγκαταλείψουν το γλωσσικό τους σύστημα λόγω της ισχυρής επιρροής της Κοινής Νεοελληνικής. Υπάρχουν όμως και διάλεκτοι (π.χ. Λεσβιακά) που ακόμα αντιστέκονται.
Το Εργαστήριο Νεοελληνικών Διαλέκτων περιγράφει και μελετά τις νεοελληνικές διαλέκτους με βάση τα πορίσματα της σύγχρονης γλωσσολογικής έρευνας και αποσκοπεί στη διάσωση του γλωσσικού πλούτου και στην εξασφάλιση της βιωσιμότητας μίας ευρύτατης πολιτιστικής κληρονομιάς.
Περιγραφή διαλέκτου
Χαρακτηριστικά διαλέκτου
Γεωγραφικός προσδιορισμός διαλέκτου
Περιγραφή διαλέκτου
Χαρακτηριστικά διαλέκτου
Γεωγραφικός προσδιορισμός διαλέκτου
Περιγραφή διαλέκτου
Χαρακτηριστικά διαλέκτου
Α. Φωνολογικά χαρακτηριστικά:
- Εμφάνιση διπλών συμφώνων.
- Σχηματισμός των συμφωνικών συμπλεγμάτων [kx], [pf], [tθ] από τα κλειστά [k], [p], [t] και το τριβόμενο [θ] μέσω της διαδικασίας της ανομοίωσης (λάκκος λά[kx]ος, πάππους πά[pf]ους, θυμούμαι [tθ]υμούμαι).
- Διατήρηση του τελικού ένρινου -ν [-n] και συχνά προκαταβολική αφομοίωση με το αρχικό σύμφωνο της επόμενης λέξης retention (μη ρωτάς μη[ρ] ρωτάς).
- Εξάλειψη των τριβόμενων [ν], [γ], [δ], κυρίως σε μεσοφωνηεντικά περιβάλλοντα (κά[v]ουρας κάουρας, φα[γ]ωμένος φαωμένος, κλα[´δ]ί κλαΐ).
- Εμφάνιση τσιτακισμού, δηλαδή τροπή του κλειστού [k] σε προστριβόμενο [tʃ] μπροστά από τα πρόσθια [e] και [i] ([k]αι [tʃ]αι).
- Τροπή του τριβόμενου υπερωικού [x] σε τριβόμενο ουρανοφατνιακό [∫] πριν από τα πρόσθια [e] και [i] (α[x]ινός α[ʃ]ινός).
- Ουρανικοποίηση των συριστικών φατνιακών [s] και [z] και τροπή σε [ʃ] πριν το πρόσθιο [i], το οποίο εξαλείφεται (εκκλη[´si]α εκκλη[ʃ]ά).
Β. Μορφολογικά χαρακτηριστικά:
- Διατήρηση των επιθημάτων -ουσιν και -ασιν στο γ΄ πληθυντικό πρόσωπο του ενεστώτα και του αορίστου αντίστοιχα, καθώς και του προθήματος της αύξησης ἠ- (κάμνουσι(ν), ἠκάμνασι(ν)).
Γ. Συντακτικά χαρακτηριστικά:
- Αντικατάσταση του συμπληρώματος του ρήματος σε δοτική άλλοτε με αιτιατική (βοηθᾱ τούς συγγενεῑς) και άλλοτε με γενική ((δ)έφ φουκρᾶται καθόλου τῆς μάνας του).
- Επίταξη του εγκλιτικού μετά το ρήμα, εκτός των περιπτώσεων ύπαρξης «θα», άρνησης ή συμπληρωματικού δείκτη (ὃσα μοῦ γύρεψε ὃ πατέρας, ήδωκά του τα – (θ)ά τοῦ δείξω θέλω).
- Εμφάνιση του διπλού συμπληρωματικού δείκτη «ὂτι πώς».
Γεωγραφικός προσδιορισμός διαλέκτου
Περιγραφή διαλέκτου
Χαρακτηριστικά διαλέκτου
Φωνολογία
Χαρακτηριστικά που μοιράζεται με άλλες νεοελληνικές ποικιλίες της Μικράς Ασίας: Aποβολή των υψηλών φωνηέντων /i/ και /u/ και ανύψωση των μέσων φωνηέντων /e/ και /o/ σε /i/ σε άτονες συλλαβές στο τέλος της λέξης. Aνάπτυξη των μεταφατνιακών τριβόμενων /ʃ/ και /ʒ/ και των ουρανικοφατνιακών προστιβόμενων /tʃ/ και /dʒ/ πριν από τα πρόσθια φωνήεντα /i/ και /e/. Απλοποίηση του συμφωνικού συμπλέγματος /st/ σε /s/ σε αμαλγάματα που αποτελούνται από τις προθέσεις σε και ας ‘από’ και σε διάφορες μορφές του οριστικού άρθρου.
Στοιχεία που εισήχθηκαν λόγω γλωσσικής επαφής με την Τουρκική: εισαγωγή στο φωνηματικό σύστημα της Καππαδοκικής των τουρκικών συμφώνων /ɣ/ και /q/ και των τουρκικών φωνηέντων /œ/, /y/, /ɯ/. Όταν αυτά τα φωνήεντα εμφανίζονται σε παραγωγικά και κλιτικά επιθήματα είτε ελληνικής είτε τουρκικής προέλευσης, υπόκεινται συχνά στη φωνηεντική αρμονία της τουρκικής. Επέκταση της χρήσης των τουρκικών δασέων κλειστών /ph/, /th/ και /kh/ από δάνειες λέξεις σε λέξεις ελληνικής προέλευσης. Τα ελληνικά οδοντικά τριβόμενα /θ/ και /ð/ συγχωνεύτηκαν με τα φατνιακά κλειστά /t/ και /d/ ή με τα υπερωικά και ουρανικά τριβόμενα /x/ και /j/.
Μορφολογία
Χαρακτηριστικά που μοιράζεται με άλλες νεοελληνικές ποικιλίες της Μικράς Ασίας: Επέκταση της χρήσης της γενικής ενικού και πληθυντικού αριθμού και των καταλήξεων ονομαστικής/αιτιατικής πληθυντικού αριθμού των ουδέτερων ουσιαστικών που λήγουν σε –ι σε αρσενικά, θηλυκά και άλλα ουδέτερα ουσιαστικά. Χρήση του επιθήματος –ιου. Μηδενική πραγμάτωση της ονομαστικής ενικού και πληθυντικού του αρσενικού. Aντικατάσταση της δοτικής πτώσης από την αιτιατική για τη μορφολογική δήλωση του έμμεσου αντικειμένου. Eκτεταμένη χρήση των ουδέτερων μορφών σε στόχους συμφωνίας γένους (άρθρα, επίθετα, μόρια, αντωνυμίες, αριθμητικά) που ελέγχονται από αρσενικά και θηλυκά ουσιαστικά.
Στοιχεία που εισήχθηκαν λόγω γλωσσικής επαφής με την Τουρκική: Η Καππαδοκική ανέπτυξε εν μέρει συγκολλητική μορφολογία. Οι ελληνικές κτητικές αντωνυμίες μετατράπηκαν σε κτητικά επιθήματα, όπως συμβαίνει και στην Τουρκική. Συγκολλητική μορφολογία εμφανίζεται και στην κατηγορία του ρήματος. Η κλίση του συνδετικού ρήματος είναι συγκολλητική και βασίζεται στο 3ο πρόσωπο ενικού αριθμού, όπως συμβαίνει και στην Τουρκική. Η Καππαδοκική δεν διαθέτει διάκριση γραμματικού γένους. Εμφανίζεται σε μεμονωμένες περιπτώσεις και αποκλειστικά στην κλιτική μορφολογία των έμψυχων ουσιαστικών που ανήκουν στις τάξεις του αρσενικού και του θηλυκού γένους. Το οριστικό άρθρο δεν διαθέτει διάκριση γένους, ενώ τα επίθετα και άλλοι τροποποιητές εμφανίζονται στο ουδέτερο γένος. Χρήση του μορίου εν (από το τουρκικό en) για να σχηματίσει τον υπερθετικό βαθμό.Χρήση του ερωτηματικού μορίου μι (από το τουρκικό mi) για να δηλώσει τις ερωτήσεις του ναι/όχι.
Σύνταξη
Στοιχεία που εισήχθηκαν λόγω γλωσσικής επαφής με την Τουρκική: Η Καππαδοκική, λόγω της επαφής της με την Τουρκική, είναι κατά κύριο λόγο μία γλώσσα με την κεφαλή δεξιά. Επομένως, η σειρά των κύριων όρων της είναι Υ-Α-Ρ (υποκείμενο-αντικείμενο-ρήμα), μία σειρά στην οποία η κεφαλή προηγείται της επίθεσης, η κτήση του κτήτορα και ένας εξαρτημένος ρηματικός σχηματισμός προηγείται του κύριου ρήματος. Σχηματισμός του συγκριτικού βαθμού στο πρότυπο της Τουρκικής, χρησιμοποιώντας το επίθετο στον θετικό βαθμό, το οποίο προηγείται μίας προθετικής φράσης που σχηματίζεται με το ας ή το από, των οποίων η πρωτοτυπική σημασία ταυτίζεται με την τουρκική (dan) πτώση.
Λεξιλόγιο
Γεωγραφικός προσδιορισμός διαλέκτου
Μετά την Ανταλλαγή Πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία (1923), οι Ελληνόφωνοι Καππαδόκες πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν σε περιοχές στην κεντρική και τη βόρεια Ελλάδα. Εκεί, κατοίκησαν σε ελληνικές πόλεις και χωριά ή ίδρυσαν νέες κοινότητες στις οποίες έδιναν συχνά τα ονόματα των περιοχών της καταγωγής τους στη Μικρά Ασία. Για παράδειγμα, πρόσφυγες από το Μιστί εγκαταστάθηκαν σε χωριά και πόλεις στη δυτική και ανατολική Μακεδονία (στο Αγιονέρι και στο Ξηροχώρι Κιλκίς, στην Καβάλα), στη Θράκη (στην Αλεξανδρούπολη, στην Ξάνθη), στη Θεσσαλία (Μάντρα Λαρίσης) και στην Ήπειρο (Κόνιτσα).
Διαλεκτικό απόσπασμα
Περιγραφή διαλέκτου
Χαρακτηριστικά διαλέκτου
Φωνολογικά χαρακτηριστικά:
– απλοποίηση συμφωνικών συμπλεγμάτων, π.χ.: /tsi΄xros/ αντί /psi΄xros/
– μετάθεση συμφώνων, π.χ.: /a΄lvi/ αντί /a΄vli/
– διατήρηση της προφοράς των διπλών συμφώνων. Σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρείται δευτερογενής εμφάνιση διπλών συμφώνων, δηλαδή δύο σύμφωνα σε θέσεις που δεν δικαιολογούνται ετυμολογικά, π.χ.: a΄finno (Καραναστάσης 1984, Manolessou 2005)
– προτίμηση για ανοιχτές συλλαβές με αποτέλεσμα:
(α) να απαλοίφεται το τελικό [s] ή [n], π.χ.: /΄krio/ ‘κριάρι’ αντί /kri΄os/, /΄legu/ αντί /΄legun/
(β) να προστίθεται ένα [e] στο τέλος των λέξεων, π.χ.: /΄trise/ ‘τρεις’ αντί /tris/
-απουσία ηχηροποίησης κλειστών συμφώνων μετά από έρρινα σε συλλαβές οι οποίες βρίσκονται, τόσο στο εσωτερικό των λέξεων, όσο και στα όρια λέξεων (/nt, mp, nk/ > *[nd], *[mb], *[ng]), π.χ.: [΄δonti] αντί *[΄δondi] και [to#΄ttopo] αντί *[to(n)# ΄dopo] ‘τον τόπο’(Manolessou 2005)
Μορφολογικά χαρακτηριστικά:
– το ρήμα ΄steo με τον άκλιτο τύπο της μετοχής ενεστώτα (γερούνδιο) σχηματίζουν τον εξακολουθητικο ενεστώτα, π.χ.: ΄sto ΄γrafonta «γράφω συνεχώς» (Καραναστάσης 1984)
– ο παρακείμενος σχηματίζεται με τους κλιτούς τύπους του ρήματος έχω ή είμαι (ανάλογα με τη φωνή) και τη μετοχή παρακειμένου, π.χ.: ΄exo fa΄mena «έχω φάει», ΄ime arto΄mena «έχω έρθει» (Ralli 2006)
– χρησιμοποιείται ο παρατατικός του ρήματος έχω με τον άκλιτο τύπο της μετοχής αορίστου (γερούνδιο) για το σχηματισμό του υπερσυντέλικου, πχ.: ΄ixa ΄kamonta «είχα κάνει» (Καραναστάσης 1984)
– το σύστημα υποκορισμού με επιθήματα εμφανίζει κοινά χαρακτηριστικά με το αντίστοιχο σύστημα στα Νέα Ελληνικά (Melissaropoulou& Ralli 2008)
– η αύξηση πάντα στο κλιτικό παράδειγμα των παρελθοντικών ρηματικών χρόνων εμφανίζεται ανεξάρτητα από τον τόνο, π.χ.: ΄e-graf-a 1 ΕΝ ΠΑΡΑΤ , e-΄graf-amo 1 ΠΛΗΘ ΠΑΡΑΤ. Όσα ρήματα αρχίζουν από σύμφωνο και συνδυάζονται με ΑΕ πρόθεση παίρνουν συλλαβική αύξηση εξωτερικά (Καραναστάσης 1997)
Συντακτικά χαρακτηριστικά:
– τα κλιτικά (clitics) τοποθετούνται πριν το ρήμα και μόνο στην προστακτική τοποθετούνται μετά το ρήμα, π.χ.: ‘mu svuddhiete e mitti’ (= η μύτη μου είναι καθαρή) (Ralli 2006)– διατήρηση του απαρεμφάτου κυρίως μετά από ρήματα αίσθησης, ακοής, γνώσης ή το ρήμα ΄ssodzno ‘μπορώ’, π.χ.: ‘δe ΄ssοdzno ΄fai’, ‘δen ΄eχo pu ΄pai’, ‘ton ΄ikua ΄erti’ (Manolessou 2005)
Λεξιλογικά χαρακτηριστικά:
Στο λεξιλόγιο της Grico παρατηρούνται τα εξής (Καραναστάσης 1984):(α) ένας σημαντικός αριθμός λέξεων με ΑΕ ετυμολογία, οι οποίες δεν έχουν διατηρηθεί ή είναι σπάνιες σε άλλες ΝΕ διαλέκτους, π.χ.: ΄arte «μόλις» (<ἄρτι), si΄tani «σιτάρι στουμπισμένο» (< σητάνειος ή σητάνιος)
(β) λέξεις που διατηρούν την αρχαιοελληνική σημασία (σημασιολογικοί αρχαϊσμοί). Πολλές από αυτές τις λέξεις έχουν αλλάξει σημασία στην Κοινή Νέα Ελληνική ή τις ΝΕ διαλέκτους, π.χ.: si΄konno «φυλάσσω, διατηρώ σε κλειστό χώρο», ΄exo + τελική πρόταση «μπορώ να…»
(γ) ένας περιορισμένος αριθμός λέξεων (περίπου 25), οι οποίες διατηρούν το δωρικό /ā/ σε θέσεις που έχει αντικατασταθεί από το ιωνικό-αττικό μακρό /ē/, π.χ.: la΄no «ληνός», pa΄tta «πηκτή». Οι λέξεις αυτές ανήκουν στο καθημερινό λεξιλόγιο
(δ) προσαρμοσμένες λέξεις από την Ιταλική, π.χ.: μαΐστρα «μαστόρισσα» < maestra «δασκάλα», ή τα τοπικά ιταλικά ιδιώματα, π.χ.: vu΄teddi «χωνί» < muteddu «χωνί», atsi΄konno (ή atsikkonno) «πιάνω, συλλαμβάνω» < από το βυζαντινή λέξη τσακώνω με επίδραση της λέξης azziccare «συλλαμβάνω» του τοπικού ιδιώματος
Γεωγραφικός προσδιορισμός διαλέκτου
Διαλεκτικό απόσπασμα
jatì sena fsichì mu gapò,
ce pu pao, pu sirno, pu steo
stin kardìa mu panta sena vastò.
Περιγραφή διαλέκτου
Χαρακτηριστικά διαλέκτου
Γεωγραφικός προσδιορισμός διαλέκτου
Διαλεκτικό απόσπασμα
Περιγραφή διαλέκτου
Χαρακτηριστικά διαλέκτου
Τσιτακισμός με δασύτητα
Αποβολή μεσοφωνηεντικών /v/, /γ/, /δ/ (π.χ. γάδαρος → γάαρος ή γάρος)
Σε τριβόμενα συμφωνικά συμπλέγματα το δεύτερο μέλος ανομοιώνεται ως προς τον τρόπο άρθρωσης και γίνεται κλειστό. Π.χ. ήρθα → ήρτα
Επένθεση /i/ (π.χ. εν-ι-ξέρω)
Δήλωση παρελθοντικών χρόνων μέσω ασυνεχούς μορφήματος («χρονική αύξηση» ε- και κλιτικό επίθημα) π.χ. ε-μίλη-σ-α.
Χρήση της αντωνυμίας ίντα και όχι της αντωνυμίας τι στην εισαγωγή ερωτηματικών προτάσεων
Χρήση των ρηματικών κλιτικών επιθημάτων -ουσιν και -ασιν στο γ΄ πληθυντικό (π.χ. αγαπούσιν και αγαπήσασιν).
Μετάκλιση (το κλιτικό τοποθετείται μετά το ρήμα). Π.χ. λαλεί το/του (το/του λέει)
Εμφάνιση του εν να για τη δήλωση του διαρκούς αλλά και του στιγμιαίου μέλλοντα, π.χ. εν να έρτω «θα έρθω».
Λεξιλογικά δάνεια: Προβηγκιανά (Παλαιά Γαλλική, π.χ. τσαέρα < chaira, «καρέκλα»), Ιταλικά-Βενετικά (π.χ. κουρτέλλα < coltella, «μαχαίρι»), Τουρκικά και Αγγλικά δάνεια.
Γεωγραφικός προσδιορισμός διαλέκτου
Διαλεκτικό απόσπασμα
Περιγραφή διαλέκτου
Χαρακτηριστικά διαλέκτου
Φωνολογικά χαρακτηριστικά:
- Εμφάνιση διπλού [ζ] (ζούμπερο [zz]ούμπερο).
- Τσιτακισμός των [k] και [g] και τροπή σε [ts] και [g΄] αντίστοιχα, μπροστά από τα πρόσθια [e] και [i] ([k]ερί [ts]ερί, κυρίως στην πόλη της Κω).
- Τροπή του τριβόμενου υπερωικού [x] σε τριβόμενο ουρανοφατνιακό [∫] πριν από τα πρόσθια [e] και [i] (κυρίως στην πόλη της Κω).
- Σχηματισμός των συμφωνικών συμπλεγμάτων [kx], [ph], [tθ] από τα κλειστά [k], [p], [t] (κού[k]ος κού[kx]ος, κή[p]ος κή[ph]ος, κρά[t]ος κρά[tθ]ος).
Μορφολογικά χαρακτηριστικά:
- Διατήρηση του προθήματος της αύξησης ἐ (πήγαμε ἐπήαμε, μόνο στο ανατολικό ιδίωμα).
Γεωγραφικός προσδιορισμός διαλέκτου
Περιγραφή διαλέκτου
Τα γλωσσικά συστήματα που φαίνονται (από τις έως τώρα μελέτες) να έχουν ομοιότητες με τα Μανιάτικα είναι η ΚΝΕ, η Κρητική (Trudgill 2003), τα Μεγαρίτικα και βέβαια κάποιες άλλες πελοποννησιακές διάλεκτοι (Παντελίδης 2001). Έχει υποστηριχτεί από τον Παντελίδη (2001) ότι οι ομοιότητες μεταξύ ΚΝΕ και πελοποννησιακών διαλέκτων οφείλονται στην επιρροή της ΚΝΕ και όχι το αντίστροφο, όπως υποστηριζόταν μέχρι σήμερα από τους Mackridge (1990), Browning (1995), Sifianou (2003) και Κοντοσόπουλο (2001).
Χαρακτηριστικά διαλέκτου
Μορφολογικά στοιχεία:
- στο ρηματικό σύστημα παρατηρούνται αποκλίσεις κυρίως σε τύπους των παρελθοντικών χρόνων, π.χ.: ύπαρχε 3 ενικ παρατ οριστ, ήστουνε 3 πληθ παρατ οριστ·
- τύποι σε -αω στους μη παρελθοντικούς τύπους των ρημάτων, π.χ.: μποράει 3 ενικ ενεστ οριστ (Ράλλη 2005)·
- εμφάνιση της ρηματικής αύξησης σε όλο το κλιτικό παράδειγμα των παρελθοντικών χρόνων ανεξαρτήτως του τόνου (στοιχείο που εμφανίζεται και σε άλλες διαλέκτους της Πελοποννήσου, βλ. σχετικά Παντελίδης 2001).
- εμφάνιση της συνοπτικής όψης σε θέσεις όπου αντίστοιχα στην Κοινή Νέα Ελληνική εμφανίζεται η μη συνοπτική τιμή, π.χ.: «συνέχισα να πάω κυνήγι», «θα πάω να κλαδεύω».
- ο μηχανισμός της σύνθεσης εμφανίζει μεγάλη παραγωγικότητα, π.χ.: γαλακτομόσχαρο «μοσχάρι γάλακτος», σκορδοκεφάλα «κεφάλι σκόρδου», καλαπάκουγα «καλά και υπάκουα».
- στην επιθηματοποίηση για τη δήλωση υποκορισμού/μεγέθυνσης, π.χ.: «ένας αλέπουδος»·
- – στην παραγωγή ανδρωνυμικών, π.χ.: Γιώργαινα «γυναίκα του Γιώργου»·
Φωνολογικά χαρακτηριστικά:
- προστριβοποίηση των ουρανικών συμφώνων, π.χ.: /tse΄fali/ αντί [ce΄fali] ·
- εμφάνιση ουρανικών [l] και [n], π.χ.: [΄ŋikos], [΄θeƛi]
- επένθεση του φωνήεντος -ε- κυρίως σε ρηματικούς τύπους των παρελθοντικών χρόνων, π.χ.: κάνανε, χτίζανε, βγάζανε, αλλά και σε ονοματικούς τύπους, π.χ.: τούσε αντί τους, τόνε αντί τον, κλπ.
Μορφοσυντακτικά χαρακτηριστικά:
- χρήση της αιτιατικής πτώσης στο έμμεσο αντικείμενο, π.χ.: «τη μία με λένε άλλα», «και πήγαινε με λέει»
Λεξιλογικά χαρακτηριστικά:
Γεωγραφικός προσδιορισμός διαλέκτου
Περιγραφή διαλέκτου
Χαρακτηριστικά διαλέκτου
Φωνολογικά χαρακτηριστικά:
- προφορά του {υ} ως [y] , π.χ.: [΄çyno] «χύνω»
- προστριβοποίηση του /k/ μπροστά από [i] και [e], π.χ.: [kotsi΄nadʝa] αντί [koκi΄nadʝa]
- ασυνίζητη προφορά ακολουθίας φωνηέντων (μη επίλυση χασμωδίας) σε ορισμένα περιβάλλοντα, π.χ.: [me΄ria] αντί [me΄rʝa]
- επένθεση φωνήεντος στην έξοδο συλλαβής, π.χ.: /ton anta΄rtone/ αντί /ton anta΄rton/
Μορφολογικά χαρακτηριστικά
- Κλίση:
– Μετατοπίσεις των ουσιαστικών ως προς το γένος, π.χ.: το τρύγος αντί ο τρύγος, και την κλιτική τάξη, π.χ: κουρέοι = κουρέηδες (~κουρέες)
– Για το σχηματισμό του παρακειμένου χρησιμοποιούνται οι κλιτοί τύποι του ρήματος έχω και η μετοχή μεσοπαθητικού παρακειμένου, π.χ.: έχει παρμένο αντί «έχει πάρει»
– Ο αόριστος σχηματίζεται με -κ- αντί -σ-, π.χ.: πούληκα «πούλησα».
– ιδιαίτερη παραγωγικότητα της κατηγορίας των πρώην συνηρημένων σε –εω(ω).’ - Σύνθεση:
– Ο μηχανισμός της σύνθεσης εμφανίζει σχετική παραγωγικότητα, αλλά με ενδιαφέρουσες δομές π.χ.: κλαρόψωμο «ψωμί που τρώνε οι εργάτες κατά τη διάρκεια της ξεκούρασης από τις γεωργικές εργασίες», λιοφύτια «ελαιόφυτα». - Παραγωγή:
– Στην παραγωγή λέξεων σημειώνουμε ενδεικτικά ότι έχουμε διαλεκτικά στοιχεία στα μεταρρηματικά παράγωγα σε –τος, π.χ.: μαζεφτός «μαζεμένος»
Συντακτικά χαρακτηριστικά:
Λεξιλογικά χαρακτηριστικά:
Γεωγραφικός προσδιορισμός διαλέκτου
Περιγραφή διαλέκτου
Χαρακτηριστικά Διαλέκτου
Φωνολογικά Χαρακτηριστικά
Ως προς το συμφωνικό σύστημα της διαλέκτου, αυτό είναι κατά βάση το ίδιο με της Κοινής Νεοελληνικής, με την προσθήκη των παχέων συριστικών /ʃ/, /ʒ/, /ʧ/, /ʤ/, και με την επιπλέον παρατήρηση πως τα διπλά σύμφωνα της κοινής νεοελληνικής ξ, ψ, δεν προφέρονται ως τέτοια στην Ποντιακή, αλλά αναλύονται στα συστατικά τους ξ=κ+š, ψ= π + š. Ανάμεσα στα φωνολογικά φαινόμενα της ποντιακής, παρατηρούμε:
- Ηχηροποίηση των στιγμιαίων συμφώνων σε περιβάλλον (α) έρρινο + άηχο στιγμιαίο /p/, /t/, /k/ τσ’ομπάνο έρνται ‘ο βοσκός ήρθε’, κσίλοσαντα ‘ξήλωσαν τα’ (β) αντηχητικό λ /l/ και ρ /r/ + άηχο στιγμιαίο /p/, /t/, /k/ χορντάρα ‘χόρτο’, πορμπατώ ‘περπατώ’.
- Διατήρηση ή απώλεια του τελικού -ν (το οποίο λειτουργεί και ως κριτήριο για την ταξινόμηση της Ποντιακής σε διαλεκτικές υποομάδες).
- Καταστρατήγηση του νόμου της τρισυλλαβίας που ισχύει για την Κοινή Νεοελληνική και ανάπτυξη δεύτερου τόνου στη δεύτερη ή την τρίτη συλλαβή από το τέλος: έκοιμουμουνέστηνε.
- Συστηματικός αναβιβασμός του τόνου στην πρώτη συλλαβή, στην κλητική πτώση: θέγατερες, μάνναδες, άδελφε.
ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥ
- Διπλοτυπία στην ονομαστική ενικού των δευτερόκλιτων αρσενικών, που συνδέεται με την έννοια της οριστικότητας: ο λύκος/λύκος.
- Χρήση του τύπου [τι] στη γενική ενικού των ουσιαστικών και για τα τρία γένη (στις περισσότερες περιοχές) τι ανθρώπου, τι κοσσάρας. Τάση υποχώρησης της γενικής πτώσης που αντικαθίσταται από φράση με αιτιατική πτώση.
- Χρήση του επιθήματος –αντ στα αρσενικά ουσιαστικά σε –ας/ -ες /-ος και στα θηλυκά που λήγουν σε –α με μειωτική σημασία : κουρσάντοι, σ’κυλλάντοι, Τουρκάντοι.
- Σχηματισμός των παραθετικών με περιφραστικό τρόπο: (κι)άλλο έμορφος – πολλά έμορφος.
- Κατάλοιπα απαρεμφατικών τύπων: μαθείναι, αγαπέθην.
- Δεν γίνεται διάκριση μεταξύ εξακολουθητικού και στιγμιαίου μέλλοντα (στις περισσότερες περιοχές): θα λέγω = ‘θα λέω / θα πω’.
Γεωγραφικός προσδιορισμός διαλέκτου
Περιγραφή διαλέκτου
Χαρακτηριστικά διαλέκτου
Εκτός από το βόρειο φωνηεντισμό, μερικά από τα κύρια φωνολογικά, μορφολογικά και μορφο-συντακτικά χαρακτηριστικά της είναι τα εξής (Αναγνώστου 2003, Κretschmer 1905):
- Τσιτακισμός του ουρανικού ‘κ’ (/c/ -> [ts] ) μπροστά από υψηλό φωνήεν, π.χ. τσι < κι.
- Τροπή του ‘τ’ σε ‘κ΄ μπροστά από /i/ και /e/ (στην περιοχή Πλωμαρίου της Νότιας Λέσβου), π.χ. κυρί < τυρί.
- Ανάπτυξη ενός /a/ στην αρχική θέση πολλών λέξεων, π.χ. αγλήγουρα < γρήγορα, αχιλώνα < χελώνα.
- Ανάπτυξη ενός /i/ ανάμεσα στο τελικό /s/ της κατάληξης των ονομάτων και του αρχικού /m/ του αδύναμου τύπου της κτητικής αντωνυμίας, π.χ. η πατέρασ-ιμ ‘ο πατέρας μου’
- Χρήση της μορφής ‘η’ στην ονομαστική του αρσενικού άρθρου, π.χ. η πατέρας ‘ο πατέρας’.
- -έλ’(ι) και –ουδα ως τα πλέον παραγωγικά επιθήματα υποκορισμού, π.χ. μουρέλ’ < μωρέλι, κουπιλούδα < κοπελούδα.
- Σειρά καταλήξεων του παρατατικού, διαφορετικών από αυτές της Κοινής Νεοελληνικής, π.χ. αγάπουμ/ αγάπουμνα ‘αγαπούσα’, κλιγόμντουν/κλιγόμνταν ‘κλαιγόμουν’.
- Τροπή της γενικής του αδύναμου τύπου της προσωπικής αντωνυμίας σε αιτιατική, π.χ. μι φέρν’ς < με φέρνεις, ‘μου φέρνεις΄.
- Σχηματισμός παρακειμένου με το βοηθητικό ρήμα έχω ή είμαι, ανάλογα με την περίπτωση, και την παθητική μετοχή, π.χ. έχου φιρμένου ‘έχω φέρει’, είμι φαγουμένους ‘έχω φάει’
Γεωγραφικός προσδιορισμός διαλέκτου
Η λεσβιακή διάλεκτος ομιλείται στο νησί της Λέσβου και συγγενείς προς αυτή διάλεκτοι είναι τα Αϊβαλιώτικα των απέναντι μικρασιατικών παραλίων (μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 τελούν υπό εξαφάνιση), η διάλεκτος της Λήμνου και αυτή της Ίμβρου. Η Λεσβιακή εμφανίζει επιμέρους διαφορές από τόπο σε τόπο σε ένα σύνολο 69 χωριών. Δεν είναι εύκολο να τη χωρίσει κανείς σε διαλεκτικές ζώνες, παρά μόνο για συγκεκριμένα φαινόμενα, αφού απομακρυσμένα χωριά μοιράζονται κοινά χαρακτηριστικά και κοντινές κοινότητες εμφανίζουν σαφείς διαφοροποιήσεις (βλ. Διαλεκτικό χάρτη Λέσβου, www.lesvos.lmgd.philology.upatras.gr). Στον εμπλουτισμό της διαλεκτικής ποικιλίας συνέβαλε και η μετακίνηση στο νησί πολλών προσφύγων κατά το 1922 και το 1923, οι οποίοι, κατά κύριο λόγο, εγκαταστάθηκαν σε πρώην μουσουλμανικούς οικισμούς.